Ο Steve Harris θυμάται τον ανυπότακτο πρωτοπόρο των Iron Maiden.
Στις 21 Οκτωβρίου 2024, ο κόσμος της heavy metal μουσικής θρήνησε την απώλεια ενός από τους πιο χαρακτηριστικούς πρωταγωνιστές της: ο Paul Di’Anno, ο πρώτος τραγουδιστής των θρυλικών Iron Maiden, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 66 ετών.
Ο μπασίστας και ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος, Steve Harris, απέτισε φόρο τιμής στον άνθρωπο που, με τη φωνή και την ατίθαση προσωπικότητά του, έθεσε τα θεμέλια για την πορεία των Maiden προς την αθανασία, μιλώντας στο βρετανικό περιοδικό Classic Rock.
Μέσα από τις λέξεις του Steve Harris ξετυλίγεται η ιστορία ενός «αξιαγάπητου αλήτη», όπως τον αποκαλεί, ενός καλλιτέχνη που σημάδεψε ανεξίτηλα τη σκηνή, αλλά και ενός ανθρώπου που πάλεψε με τους δικούς του δαίμονες.
«Ο Paul ήταν ένας αξιαγάπητος αλήτης. Του άρεσε να με εκνευρίζει και να ντύνεται σαν τον Adam Ant. Έκανε ό,τι μπορούσε να κάνει για να με τσιγκλήσει», θυμάται ο Steve Harris με έναν τόνο που συνδυάζει νοσταλγία και χιούμορ.
Ο Paul Di’Anno ήταν για τους Iron Maiden· ήταν ένας άνθρωπος που ζούσε για να προκαλεί, να αναστατώνει, να αφήνει το στίγμα του.
«Του άρεσε να ταράζει τα νερά, να το πούμε έτσι. Και τα τάραζε, πράγματι. Με αποκαλούσε Χίτλερ. Με έχουν πει Αγιατολάχ και Λοχία, αλλά το “Χίτλερ” πραγματικά το παρατράβηξε», προσθέτει ο μπασίστας, αποκαλύπτοντας το παιχνιδιάρικο, μα συχνά αιχμηρό, πνεύμα του Di’Anno.
Αυτή η ανυπότακτη φύση του Paul Di’Anno δεν περιοριζόταν στη σκηνή ή στις πρόβες. Ήταν μέρος του DNA του, ένα χαρακτηριστικό που τον έκανε ταυτόχρονα γοητευτικό και δύσκολο στη διαχείριση.
Ο Harris, γνωστός για την πειθαρχία και την αφοσίωσή του στη μουσική, βρισκόταν συχνά σε αντίθεση με την πιο χαοτική προσέγγιση του Di’Anno. Κι όμως, μέσα από αυτή την τριβή γεννήθηκε κάτι μαγικό: τα δύο πρώτα άλμπουμ των Iron Maiden, που σήμερα θεωρούνται κλασικά.
Ο Paul Di’Anno, κατά κόσμον Paul Andrews, γεννήθηκε στις 17 Μαΐου 1958 στο Chingford του Ανατολικού Λονδίνου.
Ανέλαβε τα φωνητικά των Iron Maiden το 1978, σε μία εποχή που το συγκρότημα ακόμα έψαχνε την ταυτότητά του. Η φωνή του, ωμή, γεμάτη πάθος και μία ακατέργαστη ενέργεια, έγινε ο ήχος που συνόδευσε το πρώτο άλμπουμ τους, «Iron Maiden» (1980), και το επόμενο αριστούργημά τους, «Killers» (1981).
«Η φωνή του Paul είχε μία ιδιαίτερη ποιότητα. Μια ωμότητα. Αλλά δεν πρόσεχε τον εαυτό του. Είχε αυτό το κουμπί αυτοκαταστροφής», λέει ο Steve Harris.

Ο Paul Di’Anno δεν ήταν ο τυπικός frontman. Δεν είχε την τεχνική αρτιότητα ή τη θεατρικότητα που αργότερα έφερε ο Bruce Dickinson στον ήχο των Maiden.
Αντ’ αυτού, έφερνε κάτι πιο γήινο, πιο punk, μία αίσθηση επείγοντος που ταίριαζε απόλυτα με το νεανικό, ανήσυχο πνεύμα του συγκροτήματος εκείνης της εποχής.
Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Harris: «Νομίζω ότι υπήρχε μία ανασφάλεια εκεί. Δεν πίστευε ποτέ πραγματικά ότι μπορούσε να πάει στο επόμενο επίπεδο».
Αυτή η εσωτερική σύγκρουση ίσως εξηγεί γιατί η θητεία του στους Maiden ήταν σύντομη, αλλά τόσο έντονη.
Ο Paul Di’Anno αποχώρησε από τους Iron Maiden το 1981, αφήνοντας πίσω του δύο άλμπουμ που άλλαξαν την πορεία της heavy metal. Η φυγή του δεν ήταν απλή υπόθεση, συνδέθηκε με τις αυτοκαταστροφικές του τάσεις, την έλλειψη πειθαρχίας και τις διαφορές με τον Steve Harris, που ήθελε το συγκρότημα να εξελιχθεί σε κάτι μεγαλύτερο.
Παρ’ όλα αυτά, η κληρονομιά του παρέμεινε ζωντανή. Όπως έγραψαν οι Iron Maiden σε δήλωσή τους μετά τον θάνατό του: «Η συνεισφορά του AOL στους Iron Maiden ήταν τεράστια και μας βοήθησε να χαράξουμε την πορεία που ακολουθούμε ως συγκρότημα εδώ και σχεδόν πέντε δεκαετίες».
Μετά την αποχώρησή του από το συγκρότημα, ο Di’Anno συνέχισε να δραστηριοποιείται στη μουσική, αν και η καριέρα του δεν έφτασε ποτέ ξανά τα ύψη της εποχής των Maiden.
Ηχογράφησε με διάφορα συγκροτήματα, όπως οι Gogmagog και οι Battlezone, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2024 κυκλοφόρησε το βιβλίο «The Book Of The Beast», μία αναδρομή στην καριέρα του μετά τους Maiden.
Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που τον ανάγκασαν να εμφανίζεται σε αναπηρικό καροτσάκι, ο Paul Di’Anno δεν σταμάτησε ποτέ να εμφανίζεται ζωντανά, δίνοντας πάνω από 100 συναυλίες από το 2023 μέχρι τον θάνατό του.
«Τουλάχιστον συνέχιζε να εμφανίζεται ζωντανά μέχρι πρόσφατα. Ήταν κάτι που τον κρατούσε ζωντανό», σημειώνει ο Steve Harris.

Η τελευταία συνάντηση και ο αποχαιρετισμός
Ένα από τα πιο συγκινητικά κεφάλαια αυτής της ιστορίας γράφτηκε τον Μάιο του 2022, όταν ο Paul Di’Anno και ο Steve Harris συναντήθηκαν ξανά, μετά από τρεις δεκαετίες, πριν από μία συναυλία των Iron Maiden στην Κροατία.
Ήταν μία στιγμή συμφιλίωσης, μία ευκαιρία να κλείσουν παλιές πληγές και να τιμήσουν την κοινή ιστορία τους.
«Είχαμε επικοινωνία πρόσφατα, στέλναμε μηνύματα για τη West Ham και τα πάνω – κάτω της», θυμάται ο Steve Harris, αποκαλύπτοντας τη φιλία που άντεξε παρά τις δυσκολίες.
Ο Paul Di’Anno πέθανε στο σπίτι του στο Salisbury, αφήνοντας πίσω του μία κληρονομιά που δεν μπορεί να σβήσει. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2024 στο Κοιμητήριο και Κρεματόριο της Πόλης του Λονδίνου, στο Manor Park.
«Είναι τόσο λυπηρό που έφυγε. Θα μας λείψει. Αναπαύσου εν ειρήνη, φίλε», σχολιάζει ο Harris.
Ο Paul Di’Anno δεν ήταν τέλειος. Ήταν ένας άνθρωπος με πάθη, αδυναμίες και μία φλόγα που έκαιγε πολύ έντονα για να κρατήσει πολύ.
Αλλά μέσα από τη φωνή του, τις ερμηνείες του και την ατίθαση ψυχή του, έδωσε στους Iron Maiden την ώθηση που χρειάζονταν για να γίνουν θρύλοι.
Ο Steve Harris, κοιτάζοντας πίσω, δεν βλέπει μόνο τις δυσκολίες, αλλά και τον άνθρωπο που, με τον δικό του τρόπο, έγραψε ιστορία. Και για τους οπαδούς σε όλο τον κόσμο, ο Paul Di’Anno θα παραμείνει για πάντα ο πρώτος, ο αληθινός, ο ανυπότακτος Maiden.